trüb [ˈtryːp], trübe [ˈtryːbə] ΕΠΊΘ
1. trüb (nicht klar):
2. trüb (matt):
trübe ΕΠΊΘ
1. trübe (nicht klar):
2. trübe (matt):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.