I. wi·der·wär·tig [ˈvi:dɐvɛrtɪç] ΕΠΊΘ
II. wi·der·wär·tig [ˈvi:dɐvɛrtɪç] ΕΠΊΡΡ
- widerwärtig
-
- widerwärtig
-
-
- widerwärtig
-
- widerwärtig
-
- widerwärtig
-
- widerwärtig
-
- widerwärtig
-
- widerwärtig
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.