στο λεξικό PONS
wech·sel·sei·tig ΕΠΊΘ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
wechselseitige Transaktion phrase ΕΠΕΞΕΡΓ ΣΥΝΑΛΛ
- wechselseitige Transaktion
-
-
- wechselseitige Transaktion θηλ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
-
- wechselseitige Umwandlung
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.