στο λεξικό PONS
Er·satz·teil·la·ger <-s, -> ΟΥΣ ουδ
Er·satz·teil·lis·te <-, -n> ΟΥΣ θηλ ΑΥΤΟΚ
Er·satz·teil <-(e)s, -e> ΟΥΣ ουδ
Zu·satz·ta·rif ΟΥΣ αρσ
Ar·beits·platz·tei·lung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Zu·satz·font ΟΥΣ αρσ Η/Υ
Zu·satz·lohn <-(e)s, -löhne> ΟΥΣ αρσ ΟΙΚΟΝ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Kurszusatz ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.