στο λεξικό PONS
So·zi·al·ab·ga·ben ΟΥΣ πλ
So·zi·al·ar·bei·ter(in) <-s, -; -, -nen> ΟΥΣ αρσ(θηλ)
Kom·mu·nal·ab·ga·ben·satz ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΟΠ
So·zi·al·ab·bau <-(e)s, ohne pl> ΟΥΣ αρσ kein πλ
Re·gi·o·nal·ab·ga·be <-, -n> ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΟΠ
Ka·nal·ab·ga·be <-, -n> ΟΥΣ θηλ
Kom·mu·nal·ab·ga·ben ΟΥΣ πλ
Zoll·ab·ga·ben ΟΥΣ πλ ΟΙΚΟΝ
So·zi·al·ar·beit <-, ohne pl> ΟΥΣ θηλ kein πλ
Sozialabgaben ΟΥΣ
- Sozialabgaben ουσ πλ
-
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Zollabgabebescheid ΟΥΣ αρσ ΕΜΠΌΡ
Sozialaufwand ΟΥΣ αρσ ΑΝΘΡ ΔΥΝΑΜ
Stempelabgabe ΟΥΣ θηλ ΦΟΡΟΛ
Sozialausschuss ΟΥΣ αρσ ΤΜΉΜ
Γλωσσάρι «Κοινωνική ενσωμάτωση και ισότητα δυνατοτήτων» του Γαλλογερμανικού Γραφείου Νέων (OFAJ)
Jugendsozialarbeit ΟΥΣ θηλ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.