Gleich·heit <-, -en> ΟΥΣ θηλ
1. Gleichheit (Übereinstimmung):
- Gleichheit
-
- Gleichheit
-
2. Gleichheit kein πλ (gleiche Stellung):
- Gleichheit
-
- Freiheit, Gleichheit, Brüderlichkeit
-
-
- Gleichheit θηλ <-, -en>
-
- Gleichheit θηλ <-, -en>
-
- Freiheit, Gleichheit, Brüderlichkeit
-
- Gleichheit θηλ <-, -en>
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.