allemand [almɑ͂] ΟΥΣ αρσ
allemand(e) [almɑ͂, ɑ͂d] ΕΠΊΘ
est-allemand(e) [ɛstalmɑ͂, ɑ͂d] ΕΠΊΘ
franco-allemand(e) <franco-allemands> [fʀɑ͂koalmɑ͂, ɑ͂d] ΕΠΊΘ
ouest-allemand(e) <ouest-allemands> [wɛstalmɑ͂, ɑ͂d] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.