Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
indemnisation [ɛ̃dɛmnizasjɔ̃] ΟΥΣ θηλ
1. indemnisation (paiement):
2. indemnisation (somme versée):
στο λεξικό PONS
indemnisation [ɛ̃dɛmnizasjɔ̃] ΟΥΣ θηλ
-
- demande θηλ d'indemnisation
- recovery of damages
- indemnisation θηλ
indemnisation [ɛ͂dɛmnizasjo͂] ΟΥΣ θηλ
-
- demande θηλ d'indemnisation
- recovery of damages
- indemnisation θηλ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα)
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- D.E.S.S.
- D.E.U.G.
- D.J.
- D.O.M.
- D.O.M.-T.O.M.
- d'indemnisation
- dab
- dacquois
- dacron
- dactyle
- dactylique