Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
affr|eux (affreuse) [afʀø, øz] ΕΠΊΘ
1. affreux (laid):
2. affreux (abject):
- affreux (affreuse) crime, attentat, tyrannie, personne
-
3. affreux (désagréable):
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.