στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. objective [βρετ əbˈdʒɛktɪv, αμερικ əbˈdʒɛktɪv] ΕΠΊΘ
II. objective [βρετ əbˈdʒɛktɪv, αμερικ əbˈdʒɛktɪv] ΟΥΣ
objective complement [əbˈdʒektɪvˌkɒmplɪmənt] ΟΥΣ ΓΛΩΣΣ
- objective complement
-
- accomplish objective
-
- attain position, objective, happiness
-
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.