Oxford Spanish Dictionary
 
  
 vile <viler, vilest> [αμερικ vaɪl, βρετ vʌɪl] ΕΠΊΘ
1. vile (evil, despicable):
2. vile (unpleasant) οικ:
στο λεξικό PONS
 
  
  
  
 PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
 
  
 