Oxford Spanish Dictionary
cord [αμερικ kɔrd, βρετ kɔːd] ΟΥΣ
1.3. cord C or U ΑΝΑΤ → spinal cord
2.2. cord <cords, pl > ΜΌΔΑ:
- cord
-
- cord
-
- cord
-
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.