στο λεξικό PONS
I. op·ti·mum <pl -tima [or -s]> [ˈɒptɪməm, αμερικ ˈɑ:ptə-] ΟΥΣ
II. op·ti·mum [ˈɒptɪməm, αμερικ ˈɑ:ptə-] ΕΠΊΘ αμετάβλ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
optimum population
- optimum population
-
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
optimum level, optimum range ΟΥΣ
- optimum level
- Optimum (Bereich in δεικτ sich Organismus am besten entwickelt)
optimum pH [ˈɒptɪməmˌpiːˈeɪtʃ] ΟΥΣ ΒΙΟΛ
-
- spezifisches pH-Optimum
physiological optimum ΟΥΣ
- physiological optimum
- physiologisches Optimum
ecological optimum ΟΥΣ
- ecological optimum
- ökologisches Optimum
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
-
- optimum performance
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.