στο λεξικό PONS
equa·tion [ɪˈkweɪʒən] ΟΥΣ
2. equation μτφ (connection, balance):
be·ˈhav·ior·al ΕΠΊΘ αμερικ
behavioral → behavioural
behavioural βρετ, behavioral αμερικ [bɪˈheɪvjərəl] ΕΠΊΘ
be·hav·iour·al, αμερικ be·hav·ior·al [bɪˈheɪvjərəl, αμερικ -vjɚ-] ΕΠΊΘ αμετάβλ
be·hav·iour·al, αμερικ be·hav·ior·al [bɪˈheɪvjərəl, αμερικ -vjɚ-] ΕΠΊΘ αμετάβλ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
behavioural equation ΟΥΣ CTRL
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
behavioural βρετ, behavioral αμερικ [bɪˈheɪvjərəl] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.