στο λεξικό PONS
com·po·si·tion [ˌkɒmpəˈzɪʃən, αμερικ ˌkɑ:m-] ΟΥΣ
1. composition no pl:
2. composition (piece of music):
3. composition:
4. composition (short essay):
5. composition no pl (make-up) of a group:
- composition ΧΗΜ
-
6. composition no pl ΤΥΠΟΓΡ:
at·mos·pher·ic [ˌætməsˈferɪk] ΕΠΊΘ
1. atmospheric (in atmosphere):
2. atmospheric (setting a mood):
composition ΟΥΣ
- composition ΜΑΘ
- Verkettung θηλ
- composition ΜΑΘ
- Komposition θηλ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
composition ΟΥΣ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
composition ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
atmospheric composition ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.