I. le·gion [ˈli:ʤən] ΟΥΣ
1. legion + ενικ ρήμα ΙΣΤΟΡΊΑ:
- legion
- Legion θηλ <-, -en>
2. legion + ενικ ρήμα (soldiers):
- legion
-
For·eign ˈLe·gion ΟΥΣ
French For·eign ˈLe·gion ΟΥΣ no pl
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.