Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
- colonial (coloniale)
- colonial
- colonial (coloniale)
- colonial
-
- colonial infantryman
- administrateur colonial ΙΣΤΟΡΊΑ
- colonial administrator
στο λεξικό PONS
I. colonial [kəˈləʊniəl, αμερικ -ˈloʊ-] ΕΠΊΘ
- colonial
- colonial(e)
II. colonial [kəˈləʊniəl, αμερικ -ˈloʊ-] ΟΥΣ
- colonial
- colonial(e) αρσ (θηλ)
I. colonial [kə·ˈloʊ·ni·əl] ΕΠΊΘ
- colonial
- colonial(e)
II. colonial [kə·ˈloʊ·ni·əl] ΟΥΣ
- colonial
- colonial(e) αρσ (θηλ)
- colonial(e)
- colonial
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.