concesso στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για concesso στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

Βλέπε και: concedere

I.concedere [konˈtʃɛdere] ΡΉΜΑ μεταβ

1. concedere (accordare):

to bestow τυπικ

1. concedersi (regalarsi):

I.concedere [konˈtʃɛdere] ΡΉΜΑ μεταβ

1. concedere (accordare):

to bestow τυπικ

1. concedersi (regalarsi):

Μεταφράσεις για concesso στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
concesso
ci è stato concesso uno sguardo

concesso στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για concesso στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

concesso μετ παρακειμ di concedere

Βλέπε και: concedere

I.concedere <concedo, concessi [o concedei] [o concedetti], concesso> [kon·ˈtʃɛ:·de·re] ΡΉΜΑ μεταβ (grazia, prestito, proroga)

II.concedere <concedo, concessi [o concedei] [o concedetti], concesso> [kon·ˈtʃɛ:·de·re] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για concesso στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
concesso, -a senza pagamento di un affitto

concesso Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

concesso, -a senza pagamento di un affitto

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "concesso" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski