Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επεξήγησης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επεξήγησ|η <-εις> [ɛpɛˈksijisi] SUBST θηλ

επεξηγ|ώ <-είς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [ɛpɛksiˈɣɔ] VERB μεταβ

εξήγησ|η <-εις> [ɛˈksijisi] SUBST θηλ

2. εξήγηση (σχόλιο, παρατήρηση):

Erläuterung θηλ

3. εξήγηση (ερμηνεία: κειμένου, της βίβλου):

Exegese θηλ

ευεξήγητ|ος <-η, -ο> [ɛvɛˈksijitɔs] ΕΠΊΘ

επεξεργαστής [ɛpɛksɛrɣasˈtis] SUBST αρσ Η/Υ

επεξηγηματικ|ός <-ή, -ό> [ɛpɛksijimatiˈkɔs] ΕΠΊΘ

επεξεργασία [ɛpɛksɛrɣaˈsia] SUBST θηλ

2. επεξεργασία (επινόηση: σχεδίου):

Ausarbeitung θηλ

3. επεξεργασία (υλικών):

Verarbeitung θηλ

4. επεξεργασία (απορριμμάτων):

Aufbereitung θηλ

παρεξήγησ|η <-εις> [parɛˈksijisi] SUBST θηλ

1. παρεξήγηση (παρερμηνεία):

Missdeutung θηλ

2. παρεξήγηση (κακοσυνεννόηση):

3. παρεξήγηση (δυσάρεστο επεισόδιο):

ανεξήγητ|ος <-η, -ο> [anɛˈksijitɔs] ΕΠΊΘ

εισήγησ|η <-εις> [iˈsijisi] SUBST θηλ

2. εισήγηση (έκθεση):

Bericht αρσ

3. εισήγηση (αίτηση):

Antrag αρσ

πλοήγησ|η <-εις> [plɔˈijisi] SUBST θηλ

1. πλοήγηση (πράξη πλοηγού):

Lotsen ουδ

3. πλοήγηση (στο διαδίκτυο):

Surfen ουδ

περιήγησ|η <-εις> [pɛriˈijisi] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский