Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „λογική“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

λογική [lɔjiˈci] SUBST θηλ

1. λογική (συνεπής σκέψη):

λογική
Logik θηλ
κοινή λογική
τετράγωνη λογική
akribische Logik θηλ
ψυχρή λογική
deduktive Logik θηλ
επαγωγική λογική
induktive Logik θηλ
κρατική λογική ΠΟΛΙΤ
Staatsräson θηλ
μαθηματική λογική
πλειονότιμη λογική
λογική πλειονότητας Η/Υ
λογική πλειονότητας Η/Υ
τυπική λογική
formale Logik θηλ
τυχαία λογική ΗΛΕΚ
Zufallslogik θηλ

2. λογική (φρόνιμη σκέψη):

λογική
Vernunft θηλ

3. λογική (τρόπος σκέψης):

λογική
Denkweise θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский