Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: wischen , wich , Litchi και witzlos

Litchi <-, -s> [ˈɪtʃi] SUBST θηλ

wich [vɪç]

wich απλ παρελθ von weichen

Βλέπε και: weichen

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский