Ελληνικά » Γερμανικά

ξεσκονί|ζω <-σα, -στηκα, -σμένος> [ksɛskɔˈnizɔ] VERB μεταβ

ξεσκονίζω κάτι

Παραδειγματικές φράσεις με ξεσκονίζω

ξεσκονίζω κάτι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский