Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: duschen , dumm , düster , düsen και Dusel

duschen [ˈduːʃən, ˈdʊʃən] VERB αμετάβ/αυτοπ ρήμα

Dusel <-s> [ˈduːzəl] SUBST αρσ

Dusel ενικ οικ (Glück):

τύχη θηλ

düster [ˈdyːstɐ] ΕΠΊΘ

1. düster (dunkel):

düster auch μτφ

2. düster (Himmel, Wetter):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский