Γαλλικά » Γερμανικά

lustré(e) [lystʀe] ΕΠΊΘ

lustré(e)

lustre1 [lystʀ] ΟΥΣ αρσ

1. lustre (lampe):

Kronleuchter αρσ

2. lustre a. μτφ τυπικ (éclat):

Glanz αρσ

lustre2 [lystʀ] ΟΥΣ αρσ

lustrer [lystʀe] ΡΉΜΑ μεταβ

2. lustrer (user):

Παραδειγματικές φράσεις με lustré

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "lustré" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina