Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: bénéficier , bénéficiaire και benzine

II . bénéficiaire [benefisjɛʀ] ΟΥΣ αρσ θηλ

2. bénéficiaire ΧΡΗΜΑΤΟΠ:

Remittent(in) αρσ (θηλ)
Wechselnehmer(in) αρσ (θηλ) ειδικ ορολ

benzine [bɛ͂zin] ΟΥΣ θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina