baissée στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για baissée στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

1. baisser (abaisser) personne:

baisser les bras κυριολ
baisser les bras μτφ
baisser le nez μτφ

1. baisser (diminuer de niveau):

baisser d'un ton οικ personne: μτφ

2. baisser (diminuer de valeur):

Μεταφράσεις για baissée στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
foncer tête baissée οικ
tête baissée

baissée στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για baissée στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Μεταφράσεις για baissée στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
lower a. μτφ

baissée Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

agir tête baissée
se jeter dans qc tête baissée
Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski