Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια:

Generalstreik στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για Generalstreik στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά

generalship [βρετ ˈdʒɛn(ə)rəlʃɪp, αμερικ ˈdʒɛn(ə)rəlˌʃɪp] ΟΥΣ (duties, office, rank)

4. general (not detailed or specific):

Generalstreik στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για Generalstreik στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά

Βρετανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski