Γαλλικά » Γερμανικά

évaluer [evalɥe] ΡΉΜΑ μεταβ

2. évaluer ΠΑΝΕΠ:

Παραδειγματικές φράσεις με évalué

objet évalué

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina