altura [alˈtura] ΟΥΣ θηλ
1. altura:
3. altura (altitud):
- altura
-
4. altura GEOGR :
- altura
- altura f
5. altura (de aguas):
- altura
-
6. altura fig :
- altura
-
- altura
- altura f
-
- altura f
-
- altura f
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.