Oxford Spanish Dictionary
primordial ΕΠΊΘ
στο λεξικό PONS
primordial ΕΠΊΘ
1. primordial (más importante):
primordial [pri·mor·ˈdjal] ΕΠΊΘ
1. primordial (más importante):
2. primordial (fundamental):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.