I. hell [hɛl] ΕΠΊΘ
1. hell:
2. hell (leuchtend):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Αναζήτηση στο λεξικό
- Helix
- hell
- hellauf
- helläugig
- hellblau
- Helle Helles
- Hellene
- hellenisch
- Hellenismus
- hellenistisch
- Heller