στο λεξικό PONS
Kon·junk·tur·auf·trieb <-(e)s, ohne pl> ΟΥΣ αρσ ΟΙΚΟΝ
Auf·trieb <-(e)s, -e> ΟΥΣ αρσ
2. Auftrieb kein πλ (Aufschwung):
3. Auftrieb kein πλ (frischer Schwung):
Auf·triebs·ten·denz <-, -en> ΟΥΣ θηλ ΟΙΚΟΝ
Auf·triebs·kräf·te ΟΥΣ πλ ΟΙΚΟΝ
Auftrieb ΟΥΣ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Preisauftrieb ΟΥΣ αρσ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.