Sieb·zi·ger(in) <-s, -> ΟΥΣ αρσ(θηλ)
1. Siebziger (Mensch in den Siebzigern):
- Siebziger(in)
- septuagenarian τυπικ
Sieb·zi·ger1 <-s, -> ΟΥΣ αρσ
- Siebziger
- 1970/1870 vintage
Sieb·zi·ger3 <-s, -; -, -nen-s, -> ΟΥΣ πλ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.