στο λεξικό PONS
-
- Schubs αρσ <-es, -e> οικ
-
- Schubs αρσ <-es, -e> οικ
-
- Schubs αρσ <-es, -e> οικ
-
- Schubs αρσ <-es, -e>
-
- A a. Schubs αρσ οικ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.