στο λεξικό PONS


Mahn·ver·fah·ren <-s, -> ΟΥΣ ουδ


-
- gerichtliches Mahnverfahren
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS


gerichtliches Mahnverfahren phrase ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
- gerichtliches Mahnverfahren
-


-
- gerichtliches Mahnverfahren ουδ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
- gerichtliches Mahnverfahren
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- Mahnbescheid
- Mahnbrief
- Mähne
- mahnen
- mahnend
- Mahnverfahren
- Mahnwache
- Mahnwesen
- Mahnzyklus
- Mähre
- Mähren