

I. ka·tho·lisch [kaˈto:lɪʃ] ΕΠΊΘ
II. ka·tho·lisch [kaˈto:lɪʃ] ΕΠΊΡΡ
rö·misch-ka·tho·lisch ΕΠΊΘ
- Pfarre katholisch
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.