στο λεξικό PONS
Im·mu·ni·sie·rung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
- Immunisierung
-
-
- Immunisierung θηλ <-, -en>
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Immunisierung ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
- Immunisierung
-
Portfolio-Immunisierung ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
-
- Portfolio-Immunisierung θηλ
-
- Immunisierung θηλ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.