tir [tiʀ] ΟΥΣ αρσ
1. tir ΣΤΡΑΤ:
2. tir:
3. tir:
-  
-  Schießstand αρσ
-  
-  Schießbude θηλ
4. tir ΠΟΔΌΣΦ:
T.I.R. [tiʀ] ΟΥΣ αρσ πλ
T.I.R. συντομογραφία: transports internationaux routiers
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
