pair1 [pɛʀ] ΟΥΣ αρσ
1. pair ΙΣΤΟΡΊΑ:
- pair
- Paladin αρσ
2. pair (dignitaire):
- pair
- Pair αρσ
3. pair συνήθ πλ (personne semblable):
pair2 [pɛʀ] ΟΥΣ αρσ
pair ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ:
ιδιωτισμοί:
pair
- hors pair
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.