Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. thérapeutique [teʀapøtik] ΕΠΊΘ (gén)
II. thérapeutique [teʀapøtik] ΟΥΣ θηλ
1. thérapeutique (traitement):
2. thérapeutique (science):
-
- therapeutics + ρήμα ενικ
- indications (thérapeutiques)
-
στο λεξικό PONS
I. thérapeutique [teʀapøtik] ΕΠΊΘ
II. thérapeutique [teʀapøtik] ΟΥΣ θηλ
1. thérapeutique (science):
-
- therapeutics + ενικ ρήμα
2. thérapeutique (traitement):
I. thérapeutique [teʀapøtik] ΕΠΊΘ
II. thérapeutique [teʀapøtik] ΟΥΣ θηλ
1. thérapeutique (science):
-
- therapeutics + ρήμα ενικ
2. thérapeutique (traitement):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- théorie
- théorique
- théoriquement
- théorisation
- théoriser
- thérapeutiques
- thérapie
- thermal
- thermalisme
- thermes
- thermidor