Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. terroriste [tɛʀɔʀist] ΕΠΊΘ
1. terroriste ΠΟΛΙΤ:
- terroriste groupe, action, idéologie
-
2. terroriste argument, attitude:
II. terroriste [tɛʀɔʀist] ΟΥΣ αρσ θηλ
narco-terroriste <πλ narco-terroristes> [naʀkotɛʀɔʀist] ΟΥΣ αρσ θηλ
contre-terroriste <πλ contre-terroristes>, contreterroriste <πλ contreterroristes> [kɔ̃tʀətɛʀɔʀist] ΕΠΊΘ ΟΥΣ αρσ θηλ
στο λεξικό PONS
terroriste [teʀɔʀist] ΕΠΊΘ ΟΥΣ αρσ θηλ
terroriste [teʀɔʀist] ΕΠΊΘ ΟΥΣ αρσ θηλ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.