Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette


I. surréaliste [suʀ(ʀ)ealist] ΕΠΊΘ
1. surréaliste œuvre, auteur:
2. surréaliste décor, paysage, vision:
II. surréaliste [suʀ(ʀ)ealist] ΟΥΣ αρσ θηλ


στο λεξικό PONS


I. surréaliste [syʀʀealist] ΕΠΊΘ
1. surréaliste ΤΈΧΝΗ, ΛΟΓΟΤ:
2. surréaliste οικ (extravagant):
II. surréaliste [syʀʀealist] ΟΥΣ αρσ θηλ




I. surréaliste [syʀʀealist] ΕΠΊΘ
1. surréaliste ΤΈΧΝΗ, ΛΟΓΟΤ:
2. surréaliste οικ (extravagant):
II. surréaliste [syʀʀealist] ΟΥΣ αρσ θηλ


PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.