I. noth·ing [ˈnʌθɪŋ] ΑΝΤΩΝ αόρ
1. nothing (not anything):
2. nothing (of no importance):
3. nothing (zero):
- nothing
-
4. nothing αμερικ ΑΘΛ οικ:
II. noth·ing [ˈnʌθɪŋ] ΟΥΣ οικ
III. noth·ing [ˈnʌθɪŋ] ΕΠΊΡΡ
IV. noth·ing [ˈnʌθɪŋ] ΕΠΊΘ προσδιορ οικ
nothing persons, activities:
- nothing
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.