Oxford Spanish Dictionary


honestly [αμερικ ˈɑnəstli, βρετ ˈɒnɪstli] ΕΠΊΡΡ
1. honestly (sincerely):
2. honestly sentence επίρρ:
3. honestly as επιφών (expressing exasperation):
4. honestly (legitimately):
- honestly act/earn
-


-
- honestly
-
- honestly
- francamente decir
- honestly
-
- quite honestly
-
- honestly
-
- honestly
-
- honestly
- derechamente actuar/comportarse
- honestly
στο λεξικό PONS
honestly ΕΠΊΡΡ
- honestly (truthfully)
-
honestly ΕΠΊΡΡ
- honestly (truthfully)
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.