Oxford Spanish Dictionary
evenly [αμερικ ˈivənli, βρετ ˈiːvnli] ΕΠΊΡΡ
1.1. evenly:
- evenly spread
-
- evenly breathe/move
-
- evenly breathe/move
-
- evenly balanced
-
στο λεξικό PONS
evenly [ˈi:vənli] ΕΠΊΡΡ
2. evenly (equally):
- evenly
-
evenly [ˈi·vən·li] ΕΠΊΡΡ
2. evenly (equally):
- evenly
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.