Oxford Spanish Dictionary
energy-efficient [αμερικ ˌɛnərdʒiəˈfɪʃ(ə)nt, βρετ ˌɛnədʒɪɪˈfɪʃənt] ΕΠΊΘ
- energy-efficient
-
fuel-efficient [ˈfju(ə)ləˌfɪʃənt] ΕΠΊΘ
- fuel-efficient
-
- she's sickeningly clever/efficient
-
- she is ruthlessly efficient/determined
-
στο λεξικό PONS
efficient [ɪˈfɪʃnt] ΕΠΊΘ
- efficient person
-
- efficient machine, system
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.