στο λεξικό PONS
 
 I. ver·nacu·lar [vəˈnækjələʳ, αμερικ vɚˈnækjəlɚ] ΟΥΣ
II. ver·nacu·lar [vəˈnækjələʳ, αμερικ vɚˈnækjəlɚ] ΕΠΊΘ
1. vernacular:
2. vernacular building:
-  vernacular ΑΡΧΙΤ
 -  
 
-  vernacular ΜΟΥΣ
 -  
 
Af·ri·can-Ameri·can ver·nacu·lar Eng·ˈlish, AAVN ΟΥΣ
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
vernacular landscape [vəˌnækjələˈlænskeɪp]
-  vernacular landscape
 -  
 
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.