στο λεξικό PONS
re·cord·er [rɪˈkɔ:dəʳ, αμερικ -ˈkɔ:rdɚ] ΟΥΣ
1. recorder (record-keeper):
3. recorder ΜΟΥΣ (instrument):
4. recorder βρετ ΝΟΜ (judge):
5. recorder Η/Υ:
mile·age [ˈmaɪlɪʤ] ΟΥΣ no pl
1. mileage (petrol efficiency):
2. mileage (distance travelled):
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
mileage recorder
mileage ΠΑΡΑΚΟΛ ΤΗς ΚΥΚΛΟΦ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- mild
- mildew
- mildewed
- mildew resistance
- mildly
- mileage recorder
- mileometer
- milepost
- miler
- miles per hour
- milestone