Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
Appalachian Mountains [βρετ ˌapəˌleɪ(t)ʃ(ə)n ˈmaʊntənz, αμερικ ˌæpəˌleɪtʃiən ˈmaʊntənz], the Appalachians πλ
Appalachian [βρετ ˌapəˈleɪ(t)ʃ(ə)n, αμερικ ˌæpəˈleɪtʃ(i)ən, ˌæpəˈleɪʃ(i)ən] ΕΠΊΘ
Appalachian climate, wildlife:
mountain [βρετ ˈmaʊntɪn, αμερικ ˈmaʊnt(ə)n] ΟΥΣ
1. mountain (large hill):
2. mountain (large quantity):
στο λεξικό PONS
Appalachian Mountains [ˌæpəˈleɪtʃən-] ΟΥΣ πλ
Appalachian Mountains [ˌæp·ə·ˈleɪ·tʃən-] ΟΥΣ πλ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- Apostles' Creed
- apostolate
- apostolic
- apostrophe
- apostrophize
- Appalachian Mountains
- appall
- appalled
- appalling
- appallingly
- apparatchik