Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φτερού“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φτερό [ftɛˈrɔ] SUBST ουδ

3. φτερό (πούπουλο):

Feder θηλ

4. φτερό (αυτοκινήτου):

Kotflügel αρσ

5. φτερό (μοτοσυκλέτας, ποδηλάτου):

Schutzblech ουδ

6. φτερό (για ξεσκόνισμα):

Wedel αρσ

φτου [ftu] ΕΠΙΦΏΝ

φτερουγί|ζω <-σα> [ftɛruˈjizɔ] VERB αμετάβ

I . φτερώ|νω <-σα, -μένος> [ftɛˈrɔnɔ] VERB αμετάβ (βγάζω φτερά)

II . φτερώ|νω <-σα, -μένος> [ftɛˈrɔnɔ] VERB μεταβ μτφ

φτερωτή [ftɛrɔˈti] SUBST θηλ

φτεροκοπ|ώ <-άς, -ησα> [ftɛrɔkɔˈpɔ] VERB αμετάβ

φτέρη [ˈftɛri] SUBST θηλ

φτέρνα [ˈftɛrna] SUBST θηλ

φτελιά [ftɛˈʎa] SUBST θηλ

φτεν|ός <-ή, -ό> [ftɛˈnɔs] ΕΠΊΘ

Περού [pɛˈru] SUBST ουδ αμετάβλ

φτερωτ|ός <-ή, -ό> [ftɛrɔˈtɔs] ΕΠΊΘ

1. φτερωτός (με φτερά):

2. φτερωτός μτφ (γρήγορος):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский